Παροδική ταχύπνοια του νεογέννητου
Παροδική ταχύπνοια ονομάζεται η αναπνευστική δυσχέρεια που παρουσιάζουν αμέσως μετά τη γέννησή τους τα τελειόμηνα (διάρκειας κύησης 37-40 εβδομάδων) και τα οριακά πρόωρα (35-36 εβδομάδων) νεογνά. Δηλαδή τα νεογνά που λογικά θα περιμέναμε να έχουν κανένα ή ελάχιστο αναπνευστικό πρόβλημα.
Η κατάσταση αυτή:
Εμφανίζεται στο 1-2% όλων των γεννήσεων,
Είναι το συχνότερο αίτιο αναπνευστικής δυσχέρειας των τελειόμηνων νεογνών,
Αυξάνει σε συχνότητα όσο ελαττώνεται η διάρκεια κύησης από τις 38 προς τις 36 εβδομάδες.
Η παροδική ταχύπνοια οφείλεται:
Στη δυσκολία της καρδιάς και των πνευμόνων του μωρού να προσαρμοσθούν στο εξωμήτριο περιβάλλον,
Στην καθυστερημένη απορρόφηση του υγρού που φυσιολογικά υπάρχει μέσα στους πνεύμονες πριν από τη γέννηση, καθώς και
Σε κάποιου βαθμού ανωριμότητα των πνευμόνων.
Το αναπνευστικό αυτό πρόβλημα παρουσιάζεται συχνότερα:
Μετά από προγραμματισμένη καισαρική τομή
Στα αγόρια
Στα μεγάλα, για τη διάρκεια κύησης, μωρά
Μετά από παρατεταμένο τοκετό
Σε νεογνά διαβητικών και ασθματικών μητέρων
Σε ισχιακή προβολή.
Το νεογέννητο με παροδική ταχύπνοια εμφανίζει:
Ταχύπνοια
Γογγυσμό
Αναπέταση ρινικών πτερυγίων
Εισολκές μεσοπλευρίων διαστημάτων
Κυάνωση
Η αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής γίνεται με:
Θερμορρύθμιση
Χορήγηση οξυγόνου και
Παρακολούθηση, με ειδικές συσκευές, της καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας.
Σε ήπιες περιπτώσεις, χορηγούμε γάλα στο νεογνό με ειδικό στοματογαστρικό καθετήρα, απευθείας στο στομάχι του, γιατί απαγορεύεται να σιτισθεί με biberon.
Εάν όμως το μωρό συνεχίζει να γογγύζει μετά από 3-5 ώρες, πρέπει να νοσηλευθεί σε μονάδα εντατικής νοσηλείας. Η σίτισή του θα διακοπεί προσωρινά και θα του χορηγήσουμε ενδοφλέβια υγρά. Εάν η οξυγόνωση είναι ανεπαρκής, θα παρέμβουμε στην αναπνοή του, αρχικά με ειδικά ρινικά σωληνάκια (CPAP), και σε βαριές περιπτώσεις θα προχωρήσουμε σε ενδοτραχειακή διασωλήνωση και μηχανικό αερισμό των πνευμόνων, δηλαδή υποβοήθηση της αναπνοής του με αναπνευστήρα.
Με ειδικές επίσης εργαστηριακές εξετάσεις (αίματος και ακτινολογικές), θα αποκλείσουμε άλλες καταστάσεις που παρουσιάζονται και εκείνες με αναπνευστική δυσχέρεια στα νεογέννητα, όπως:
Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας
Λοίμωξη
Συγγενή καρδιοπάθεια
Μεταβολικό και
Αιματολογικό νόσημα.
Άρα, η παροδική ταχύπνοια είναι μία διάγνωση που τίθεται εκ των υστέρων και αφού ληφθούν υπόψη και αποκλεισθούν άλλα αίτια αναπνευστικής δυσχέρειας.
To αναπνευστικό αυτό πρόβλημα διαρκεί μία έως τρεις μέρες, εφόσον δεν παρουσιασθούν επιπλοκές, οπότε το μωρό αρχίζει να σιτίζεται και πάλι, στην αρχή με στοματογαστρικό καθετήρα και στη συνέχεια με biberon και είναι έτοιμο να πάει στο σπίτι του.
Η παροδική ταχύπνοια συνδέεται απώτερα με βρογχικό άσθμα στην παιδική ηλικία, στα αγόρια.
Συμπερασματικά, η παροδική ταχύπνοια:
Είναι το συχνότερο αίτιο αναπνευστικής δυσχέρειας στα τελειόμηνα νεογνά
Οφείλεται σε δυσπροσαρμογή των πνευμόνων στην εξωμήτρια ζωή
Είναι συχνότερη μετά από καισαρική τομή
Συχνά χρειάζεται χορήγηση οξυγόνου και σπάνια απαιτεί εντατική νοσηλεία
Παρέρχεται μετά από μία έως τρεις μέρες
Συνδέεται με άσθμα στα αγόρια, στην παιδική ηλικία.
Παροδική ταχύπνοια ονομάζεται η αναπνευστική δυσχέρεια που παρουσιάζουν αμέσως μετά τη γέννησή τους τα τελειόμηνα (διάρκειας κύησης 37-40 εβδομάδων) και τα οριακά πρόωρα (35-36 εβδομάδων) νεογνά. Δηλαδή τα νεογνά που λογικά θα περιμέναμε να έχουν κανένα ή ελάχιστο αναπνευστικό πρόβλημα.
Η κατάσταση αυτή:
Εμφανίζεται στο 1-2% όλων των γεννήσεων,
Είναι το συχνότερο αίτιο αναπνευστικής δυσχέρειας των τελειόμηνων νεογνών,
Αυξάνει σε συχνότητα όσο ελαττώνεται η διάρκεια κύησης από τις 38 προς τις 36 εβδομάδες.
Η παροδική ταχύπνοια οφείλεται:
Στη δυσκολία της καρδιάς και των πνευμόνων του μωρού να προσαρμοσθούν στο εξωμήτριο περιβάλλον,
Στην καθυστερημένη απορρόφηση του υγρού που φυσιολογικά υπάρχει μέσα στους πνεύμονες πριν από τη γέννηση, καθώς και
Σε κάποιου βαθμού ανωριμότητα των πνευμόνων.
Το αναπνευστικό αυτό πρόβλημα παρουσιάζεται συχνότερα:
Μετά από προγραμματισμένη καισαρική τομή
Στα αγόρια
Στα μεγάλα, για τη διάρκεια κύησης, μωρά
Μετά από παρατεταμένο τοκετό
Σε νεογνά διαβητικών και ασθματικών μητέρων
Σε ισχιακή προβολή.
Το νεογέννητο με παροδική ταχύπνοια εμφανίζει:
Ταχύπνοια
Γογγυσμό
Αναπέταση ρινικών πτερυγίων
Εισολκές μεσοπλευρίων διαστημάτων
Κυάνωση
Η αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής γίνεται με:
Θερμορρύθμιση
Χορήγηση οξυγόνου και
Παρακολούθηση, με ειδικές συσκευές, της καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας.
Σε ήπιες περιπτώσεις, χορηγούμε γάλα στο νεογνό με ειδικό στοματογαστρικό καθετήρα, απευθείας στο στομάχι του, γιατί απαγορεύεται να σιτισθεί με biberon.
Εάν όμως το μωρό συνεχίζει να γογγύζει μετά από 3-5 ώρες, πρέπει να νοσηλευθεί σε μονάδα εντατικής νοσηλείας. Η σίτισή του θα διακοπεί προσωρινά και θα του χορηγήσουμε ενδοφλέβια υγρά. Εάν η οξυγόνωση είναι ανεπαρκής, θα παρέμβουμε στην αναπνοή του, αρχικά με ειδικά ρινικά σωληνάκια (CPAP), και σε βαριές περιπτώσεις θα προχωρήσουμε σε ενδοτραχειακή διασωλήνωση και μηχανικό αερισμό των πνευμόνων, δηλαδή υποβοήθηση της αναπνοής του με αναπνευστήρα.
Με ειδικές επίσης εργαστηριακές εξετάσεις (αίματος και ακτινολογικές), θα αποκλείσουμε άλλες καταστάσεις που παρουσιάζονται και εκείνες με αναπνευστική δυσχέρεια στα νεογέννητα, όπως:
Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας
Λοίμωξη
Συγγενή καρδιοπάθεια
Μεταβολικό και
Αιματολογικό νόσημα.
Άρα, η παροδική ταχύπνοια είναι μία διάγνωση που τίθεται εκ των υστέρων και αφού ληφθούν υπόψη και αποκλεισθούν άλλα αίτια αναπνευστικής δυσχέρειας.
To αναπνευστικό αυτό πρόβλημα διαρκεί μία έως τρεις μέρες, εφόσον δεν παρουσιασθούν επιπλοκές, οπότε το μωρό αρχίζει να σιτίζεται και πάλι, στην αρχή με στοματογαστρικό καθετήρα και στη συνέχεια με biberon και είναι έτοιμο να πάει στο σπίτι του.
Η παροδική ταχύπνοια συνδέεται απώτερα με βρογχικό άσθμα στην παιδική ηλικία, στα αγόρια.
Συμπερασματικά, η παροδική ταχύπνοια:
Είναι το συχνότερο αίτιο αναπνευστικής δυσχέρειας στα τελειόμηνα νεογνά
Οφείλεται σε δυσπροσαρμογή των πνευμόνων στην εξωμήτρια ζωή
Είναι συχνότερη μετά από καισαρική τομή
Συχνά χρειάζεται χορήγηση οξυγόνου και σπάνια απαιτεί εντατική νοσηλεία
Παρέρχεται μετά από μία έως τρεις μέρες
Συνδέεται με άσθμα στα αγόρια, στην παιδική ηλικία.